5η – 25/1/2007

Στις 12 Ιανουαρίου 2007 και ώρα 6 π.μ. ο Επαναστατικός Αγώνας πραγματοποίησε επίθεση με ρουκέτα εναντίον της αμερικάνικης πρεσβείας στην Αθήνα, ξεφτιλίζοντας όλα τα αυστηρά μέτρα ασφαλείας τόσο των Αμερικανών όσο και της Αστυνομίας. Η ενέργειά μας αυτή είναι η δική μας απάντηση στον εγκληματικό πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας» που οι ΗΠΑ έχουν εξαπολύσει σε όλο τον πλανήτη με τη βοήθεια των κρατών – συνοδοιπόρων τους. Είναι η δική μας απάντηση στον πόλεμο που οι δολοφόνοι Αμερικάνοι και τα τσιράκια τους διεξάγουν στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, στο βομβαρδισμό της Σομαλίας, στους νέους πολέμους που πρόκειται να πυροδοτήσουν προκειμένου να επιβάλουν τη Νέα Παγκόσμια Τάξη. Είναι μια απάντηση για την πολιτική τους στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο, μια πολιτική που στόχο έχει την εξόντωση κάθε αντίστασης. Είναι μια απάντηση για τους φυλακισμένους του Γκουαντάναμο, για όλους τους φυλακισμένους – ομήρους του «αντιτρομοκρατικού» πολέμου. Τέλος, είναι και ένας χαιρετισμός προς όσους μάχονται ενάντια στην εγκαθίδρυση ενός παγκόσμιου νεοταξικού καθεστώτος, από το Ιράκ, τον Λίβανο, την Παλαιστίνη και τη Νιγηρία ως τη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη.

Η ενέργειά μας αυτή ήταν μια κεντρική πολιτική παρέμβαση στο ρόλο του ελληνικού κράτους στον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας», ανέδειξε την υποτέλεια της κυβέρνησης στην πολιτική των ΗΠΑ και αυτό αποδείχτηκε από το γεγονός ότι η αμερικανόδουλη Μπακογιάννη – ακολούθησε ασθμαίνοντας και ο αρχιπραίτωρ Πολύδωρας – έσπευσε να απολογηθεί στον Ρις, να του υποσχεθεί ότι η κυβέρνηση θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να διαλευκανθεί η υπόθεση αλλά και για να προλάβει δυσμενείς συνέπειες που ούτως ή άλλως έχει αυτή η επίθεση στο μέτωπο κατά της «τρομοκρατίας», στο ρόλο του ελληνικού κράτους ως «στρατηγικού» εταίρου των ΗΠΑ σε πολιτικό επίπεδο αλλά και για τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες.

Το κράτος των ΗΠΑ με την αδιαμφισβήτητη υπεροχή του ως πολεμική μηχανή, είναι η πρωτοπόρα δύναμη στις εγκληματικές επεμβάσεις διεθνώς. Από την αυγή της ανάδειξής της σε παγκόσμια υπερδύναμη, αμέτρητα είναι τα ιστορικά γεγονότα επεμβάσεων στο εσωτερικό χωρών και εναντίον κυβερνήσεων που δεν ακολουθούσαν την επιθυμητή προς την Ουάσινγκτον πολιτική, άλλοτε με εργαλείο τον στρατό, άλλοτε με οικονομικά εργαλεία, άλλοτε με τη δράση των μυστικών πρακτόρων της – των δολοφόνων της CIA και του FBI – που στεγάζονται στις πρεσβείες της. Ως ηγέτιδα δύναμη του μεταπολεμικού καπιταλισμού, και για όσο διαρκέσει η ικανότητά της να διατηρεί την πρωτοκαθεδρία, θα μείνει στην ιστορία της ανθρωπότητας για τα ανδρείκελα που με αιματοβαμμένα πραξικοπήματα επέβαλε στην εξουσία πολλών χωρών, για τους πολέμους που εξαπέλυσε σε χώρες με στόχο την ανατροπή ανεπιθύμητων προς αυτή καθεστώτων, για τον οικονομικό στραγγαλισμό χωρών και τη λιμοκτονία λαών, για τις τρομοκρατικές της επεμβάσεις και δραστηριότητες, για τα εκατομμύρια των νεκρών που αφήνει πίσω της η εγκληματική πολιτική της. Στη μεταδιπολική εποχή, με τη μοναδική στρατιωτικοπολιτική διεθνή συμμαχία, το ΝΑΤΟ, υπό τον έλεγχό της και χρησιμοποιώντας το ως συμπληρωματική δύναμη στα σχέδιά της, εισήγαγε και προώθησε τη νέα πολεμική εκστρατεία, την «αντιτρομοκρατική», θέτοντάς την ως αιχμή για την επιβολή της Νέας Παγκόσμιας Τάξης. Άλλοτε με τη συναίνεση των υπολοίπων συμμαχικών κρατών, άλλοτε δρώντας στα πλαίσια της «συνεργασίας των προθύμων», πρωταγωνιστεί στις πολεμικές επιδρομές ανά τον κόσμο, καταστρέφοντας οικονομίες, διαλύοντας χώρες, αφανίζοντας λαούς. Το παλιό καλό σύνθημα, που εδώ και δεκαετίες ακούγεται στους δρόμους της Ελλάδας «φονιάδες των λαών Αμερικάνοι», αντανακλά με τον πιο περιεκτικό τρόπο τη φύση της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής.

Από την άλλη η Ευρώπη κρατά τα ηνία της υποκρισίας και της πολιτικής διγλωσσίας απέναντι στις δραστηριότητες της υπερδύναμης, καθώς δεν διαφοροποιείται ως προς την στρατηγική των ΗΠΑ παρά μόνο ως προς την τακτική και τα μέσα που κάθε φορά χρησιμοποιούνται. Κύρια αιτία αυτής της φαινομενικά διαφορετικής πολιτικής, που σε πολλές περιπτώσεις ανάγεται από τους ψεύτες τσαρλατάνους των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και ως «αξιακή» πολιτική διαφοροποίηση από τις ΗΠΑ – όπως έκαναν με τη μονομερή στρατιωτική επιδρομή εναντίον του Ιράκ -, είναι η ανισότητα στην πολεμική ισχύ, αφού τις ΗΠΑ και την Ευρώπη τις χωρίζει χάσμα στην τεχνολογία, άρα και στα πολεμικά μέσα. Σύσσωμες οι καθεστωτικές πολιτικές φωνές, με πολλές αριστερές συμπεριλαμβανομένων, ξεσπάθωσαν σε «αντιαμερικανικά» κηρύγματα κατά την επίθεση εναντίον του Ιράκ, ανάγοντας τον παραγκωνισμό του ΟΗΕ σε κυρίαρχο παράγοντα διαφοροποίησης με την αμερικάνικη πολιτική. Τον ΟΗΕ οι ΗΠΑ τον είχαν γραμμένο στα παλαιότερα των υποδημάτων τους και κατά την επίθεση εναντίον της Σερβίας, όμως τότε τα «ανθρωπιστικά» αισθήματα των περισσότερων αριστερών στην Ευρώπη – η «προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» ήταν η σημαία για την επέμβαση εκείνη – ήταν τόσο ισχυρά που «κατάπιαν» μ’ ευκολία την «καταπάτηση του διεθνούς δικαίου» από την υπερδύναμη. Μια άλλη γελοία παράμετρος της δημοφιλούς αντιαμερικάνικης πολιτικής στην Ευρώπη είναι ότι επικεντρώνει την κριτική της στην αιμοσταγή κυβέρνηση Μπους, αγνοώντας σκόπιμα το γεγονός ότι η μονομέρεια στην στρατιωτική δράση και η προληπτική «αντιτρομοκρατική» πολιτική δεν είναι επιλογή της πολεμοχαρούς ρεπουμπλικανικής κυβέρνησης μόνο, αλλά καθολική στρατηγική του συνόλου της αμερικάνικης πολιτικής ελίτ. Όλοι αυτοί οι εκπρόσωποι της σύγχρονης καθεστωτικής αριστεράς που, είτε άμεσα είτε έμμεσα, καταδεικνύουν την Ευρώπη ως την αντιπολίτευση στις ΗΠΑ και ως το «προοδευτικό» αντίβαρο στο «νεοσυντηρισμό» της υπερδύναμης, ως την πολιτική δύναμη που υπόσχεται έναν πιο ανθρώπινο κόσμο, είναι συνειδητοί απατεώνες.

Γνωρίζει όποιος έχει στοιχειώδη ικανότητα πολιτικής σκέψης σήμερα, ότι η Ευρώπη είναι σύμφωνη με τη συνολική αντιτρομοκρατική πολιτική την οποία και προωθεί με τα μέσα που διαθέτει, και πως όχι μόνο αποδέχεται τον ηγετικό ρόλο των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή αλλά είναι αγκιστρωμένη και υποταγμένη στην υπερδύναμη, την οποία και αναγνωρίζει ως το μόνο ικανό παράγοντα για τη διατήρηση αυτού που στην καθεστωτική γλώσσα ονομάζεται «διεθνής ισορροπία», φράση που μεταφράζεται σε σταθερότητα, διεύρυνση, ενίσχυση του κυρίαρχου συστήματος με κάθε τίμημα.

Στην Ελλάδα οι ΗΠΑ σφράγισαν την πολιτική ζωή μας από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά, πρώτα με τον εμφύλιο και στη συνέχεια με τη συστηματική παρουσία και την εμπλοκή τους σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της χώρας. Η πολιτική και οικονομική εξάρτηση της χώρας από την υπερδύναμη όχι μόνο δεν φθίνει, αλλά αυξάνεται όλο και περισσότερο όσο προχωρά η πολιτικοοικονομική διεθνοποίηση του συστήματος. Παρά τα ψέματα περί αυτοκυρίαρχου ελληνικού κράτους που συνηθίζουν να εξαπολύουν οι καθεστωτικές πολιτικές δυνάμεις, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να προωθούν στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης τις επιθυμητές προς την υπερεθνική ελίτ πολιτικές, την κορυφή στην ιεραρχία της οποίας καταλαμβάνει η αμερικάνικη ελίτ. Οι ΗΠΑ ήταν, είναι και θα είναι το μεγάλο αφεντικό για τις ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες, κυρίως μετά το τέλος της διπολικής εποχής, έκοψαν και τις φραστικές παρεκκλίσεις από το αμερικάνικο πολιτικό πλαίσιο και ευθυγραμμίστηκαν πλήρως με κάθε επιλογή των ΗΠΑ σε όλα τα φλέγοντα ζητήματα που αφορούν την ευρύτερη περιοχή, από τα Βαλκάνια ως την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή. Το άνοιγμα στη διεθνή αγορά κορύφωσε την οικονομική εξάρτηση από την υπερεθνική ελίτ και η πολιτική αφοσίωση στην πολιτική των ΗΠΑ εκδηλώνεται σε όλα τα ζητήματα που εμπλέκεται το ελληνικό κράτος. Συγχρόνως, η ολοκληρωτική συστράτευση στην «αντιτρομοκρατική» πολιτική κατάφερε Αμερικάνοι πράκτορες να αλωνίζουν στο ελληνικό έδαφος, να παρακολουθούν με αφορμή τους ολυμπιακούς – και σε συνεργασία πάντα με τις ντόπιες μυστικές υπηρεσίες – τη ζωή των Ελλήνων, γεγονός που ήρθε στην επιφάνεια με το ζήτημα των τηλεφωνικών υποκλοπών.

Στην Ελλάδα, οι Αμερικάνοι είναι φίλοι και σύμμαχοι μόνο για τις κυβερνήσεις, για τους οικονομικά προνομιούχους, για όσους επωφελούνται οικονομικά και πολιτικά από τους σχεδιασμούς του αμερικάνικου κρατικού μηχανισμού. Όταν οι όποιοι καθεστωτικοί πολιτικοί μιλούν για τους ισχυρούς δεσμούς των Ελλήνων με τις ΗΠΑ, αναφέρονται στον εαυτό τους και δεν αντανακλούν την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Η πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν σε αυτό τον τόπο δεν πρόκειται να αλλάξουν την οπτική τους για την υπερδύναμη. Όσο και αν το επιθυμούν οι καθεστωτικές πολιτικές δυνάμεις, δεν μπορεί να απαλειφθεί από την ιστορική μνήμη του Έλληνα ούτε η αμερικανοκίνητη χούντα των συνταγματαρχών ούτε η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Και ακριβώς σε αυτή την κοινή ιστορία βρίσκουν εύφορο έδαφος και αναπτύσσονται αισθήματα εχθρικά προς την πολιτική της αμερικάνικης πολιτικής εξουσίας, που μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο όταν οι ΗΠΑ επεμβαίνουν στρατιωτικά σε άλλες χώρες.

Επίσης, γίνεται αντιληπτό από κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο αυτού του τόπου, πως οι ελληνικές κυβερνήσεις που – εκτός από τις πολύμορφες συνδρομές τους στους νεοταξικούς πολέμους (στρατιωτικές, οικονομικές, πολιτικές) – γονυπετείς σπεύδουν να εξυπηρετήσουν τον πάσης φύσης και εθνικότητας πράκτορα – είτε είναι Αμερικάνος είτε Άγγλος είτε Ισραηλινός – στις προσπάθειές τους να πατάξουν την «τρομοκρατία» (η υπόθεση της απαγωγής των Πακιστανών με τη συνεργασία Άγγλων και Ελλήνων πρακτόρων είναι ακόμα ζωντανή στις μνήμες όλων), το μόνο που καταφέρνουν είναι να στιγματίζουν αρνητικά όλο και πιο έντονα τη χώρα μας.

Η επίθεσή μας στην πρεσβεία των ΗΠΑ είναι ένα μήνυμα πως στην Ελλάδα όχι μόνον δεν υπάρχει ευθυγράμμιση με την καθεστωτική πολιτική αλλά υπάρχει αγώνας. Υπάρχει αντίσταση, υπάρχει ένοπλος αγώνας ενάντια στη Νέα Τάξη. Και μόνο με αυτούς τους όρους στην εποχή μας δομείται μια ισχυρή σχέση αλληλεγγύης μεταξύ των λαών.

Αν μπορούσαμε να φανταστούμε μια γενικευμένη λαϊκή εξέγερση στην Ελλάδα, το οποίο ευχόμαστε και για το οποίο εξ άλλου προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως το πρώτο κτίριο που θα κατεδαφιζόταν θα ήταν η αμερικάνικη πρεσβεία. Και το δεύτερο θα ήταν σίγουρα το κοινοβούλιο. Γι’ αυτό και γνωρίζουμε ότι μια επίθεση σαν αυτή που πραγματοποιήσαμε εναντίον του άντρου των Αμερικανών τρομοκρατών στην Αθήνα όχι μόνο δεν είναι καταδικαστέα από την συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν σε αυτή τη χώρα, αλλά ήταν αιτία χαράς και ικανοποίησης, έστω και σιωπηλής κατά κάποιο τρόπο. Και είμαστε επίσης σίγουροι, ότι πολλοί άνθρωποι στην Παλαιστίνη, τον Λίβανο και το Ιράκ θα χάρηκαν με την επίθεση αυτή.

Κατά την επιδρομή του Ισραήλ εναντίον του Λιβάνου, επιχείρηση που είχε ως στόχο να συντρίψει την αντίσταση της Χεσμπολάχ, οι ΗΠΑ έδωσαν το πράσινο φως στο Ισραήλ να επιτεθεί και χωρίς περιστροφές προσπάθησαν να χορηγήσουν το μέγιστο δυνατό χρόνο για να επιτευχθεί ο στόχος. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής, για άλλη μια φορά επέλεξαν τη διπρόσωπη στάση. Από τη μια δημοσίως έδειχναν να διαφωνούν με τις αμερικάνικες προτεραιότητες και επιχειρούσαν μια επιδερμική – και για να κρατήσουν τα προσχήματα απέναντι στους λαούς της Ευρώπης – κριτική, από την άλλη ενθάρρυναν τις ΗΠΑ στην προσπάθειά τους να κερδίσουν χρόνο για λογαριασμό του Ισραήλ και ζητούσαν χαμηλόφωνα αλλά σταθερά από το ισραηλινό κράτος να τσακίσει τη Χεσμπολάχ και να πλήξει πολιτικά το Ιράν και τη Συρία. Εν τω μεταξύ η ευρωπαϊκή απόφαση που χαρακτηρίζει τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση, έχει παίξει το ρόλο της άμεσης επιβράβευσης στην πολιτική του Ισραήλ να καταπνίξει με κάθε τίμημα σε ανθρώπινες ζωές την παλαιστινιακή αντίσταση. Εξ άλλου η ίδια η Ευρώπη είναι αυτή που έχει καταδικάσει σε οικονομικό στραγγαλισμό την Παλαιστίνη λόγω της διακοπής της οικονομικής βοήθειας που παρείχε στη φτωχή αυτή χώρα.

Στόχος των ΗΠΑ, του Ισραήλ και των καθεστώτων της δύσης συνολικά είναι η αντίσταση. Η αντίσταση στο Ιράκ, η αντίσταση στο Αφγανιστάν, η αντίσταση στην Παλαιστίνη, η αντίσταση στον Λίβανο. Η αντίσταση στο εσωτερικό όλων των χωρών, συμπεριλαμβανομένων και των ευρωπαϊκών. Όμως τελικά δεν πρόκειται για εύκολη υπόθεση.

Η Ιρακινή αντίσταση έχει ανοίξει μεγάλες πληγές στην υπερδύναμη και έχει μετατρέψει μια, κατά τις προβλέψεις των διαμορφωτών της νεοταξικής πολιτικής, αρχικά «σίγουρη νίκη» σε εφιάλτη, με δυναμική ικανή να ανατρέψει μέρος των νεοταξικών σχεδιασμών στην ευρύτερη περιοχή. Ο αντιαμερικανισμός σε όλη την περιοχή δυναμώνει, η αναγνωρισμένη από Ευρώπη και ΗΠΑ ως «τρομοκρατική» οργάνωση Χαμάς γίνεται κυβέρνηση της Παλαιστίνης, η αναζωπύρωση των επιθέσεων εναντίον των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν δημιουργεί πονοκέφαλο στο εσωτερικό της συμμαχίας, μια επικείμενη επέμβαση εναντίον τον Ιράν και της Συρίας προσκρούει στον σκεπτικισμό πολλών παραγόντων που συμμετέχουν στην αμερικάνικη στρατηγική στη Μέση Ανατολή. Ακόμη και στο εσωτερικό της αμερικάνικης κοινωνίας, η «αντιτρομοκρατική» πολιτική αμφισβητείται όλο και περισσότερο καθώς αυξάνονται οι Αμερικανοί στρατιώτες που επιστρέφουν «οριζοντίως» στη χώρα τους από τα μέτωπα του Ιράκ και του Αφγανιστάν.

Σχετικά με τον πόλεμο στο Ιράκ πολλοί ισχυρίζονται ότι οι ΗΠΑ θα υποχρεωθούν άμεσα σε αναδίπλωση, καθώς ο πόλεμος δείχνει να τις έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Πολλοί μιλούν για «βιετναμοποίηση» του Ιράκ και για την ανάγκη άμεσης απεμπλοκής. Ο παραλληλισμός του Ιράκ με το Βιετνάμ μπορεί να χαρακτηριστεί τουλάχιστο άστοχος καθώς η στρατηγική σημασία του Ιράκ αλλά και της ευρύτερης περιοχής για τα σχέδια επιβολής της Νέας Παγκόσμιας Τάξης δεν μπορεί να συγκριθεί με την σημασία που είχε στην εποχή του το Βιετνάμ. Η αποκλειστική εκμετάλλευση από τις πολυεθνικές των πλουτοπαραγωγικών πηγών όλης της Μέσης Ανατολής προκειμένου να συνεχιστεί η κούρσα της ανάπτυξης και ο πλήρης έλεγχος της τιμής του πετρελαίου από την υπερεθνική ελίτ, έχει ως σοβαρή προϋπόθεση την καθυπόταξη του ανυπότακτου Ιράκ. Το Ιράκ είναι ένα σημαντικό σημείο για την πολεμική εφόρμηση εναντίον του Ιράν, για την ασφυκτική πίεση ή και την στρατιωτική επίθεση εναντίον της Συρίας, για τον έλεγχο όλης της περιοχής, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση κάθε κοινωνικής αντίστασης. Και όσον αφορά τα γελοία ιδεολογήματα περί πολιτισμικής σύγκρουσης που αναμασά κυρίως η αμερικάνικη ελίτ, εμείς λέμε ότι όχι μόνο δεν πρόκειται για έναν τέτοιο ιδεολογικό πόλεμο – μια τέτοια οπτική βοηθά μόνο την υπερεθνική ελίτ και τις πολιτικές της – αλλά πρόκειται για μια βαθιά ταξική και κοινωνική σύγκρουση. Μια σύγκρουση μεταξύ της αναπτυγμένης δύσης και των αναπτυσσόμενων και υποανάπτυκτων καπιταλιστικά χωρών, μια σύγκρουση ανάμεσα στο διεθνοποιημένο κεφάλαιο και τους απροσάρμοστους στις επιταγές της παγκοσμιοποίησης λαούς, μια σύγκρουση ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν τον παγκόσμιο πλούτο και σε αυτούς που δεν πρέπει να κατέχουν τίποτα.

«Οι ΗΠΑ υποδαυλίζουν εμφύλιο πόλεμο»

Οι Αμερικανοί δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το Ιράκ, αν πρώτα δεν εξαντλήσουν το σχέδιό τους για τον έλεγχο της χώρας. Και το σχέδιο αυτό δεν είναι άλλο από τη μεθοδική υποδαύλιση εμφυλίου πολέμου. Ήδη από το πρώτο μας κείμενο το 2004, είχαμε αναφερθεί σε αυτή την παράμετρο. Οι ΗΠΑ με το σύνταγμα που επέβαλαν είχαν ήδη κάνει το πρώτο πολιτικό βήμα για την έναρξη ενός εμφυλίου, που σταδιακά οδηγεί στον οριστικό διαμελισμό και συγκεκριμένα στην τριχοτόμηση της χώρας.

Η στρατηγική εξ άλλου των Αμερικανών για τη στήριξη των φιλοδυτικών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή, στρατηγική που εφαρμόζεται παράλληλα στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο, επιδιώκει όχι μόνο να διασπάσει το αντιαμερικανικό μέτωπο που αναδεικνύεται όλο και πιο απειλητικό, αλλά να στρέψει πολιτικές δυνάμεις και λαούς τον έναν ενάντια στον άλλο. Είναι γνωστό ότι στην Παλαιστίνη στηρίζουν με όπλα και με χρήματα τον φιλοδυτικό ηγέτη της Φατάχ προκειμένου να αντιμετωπίσει την Χαμάς ενώ στον Λίβανο η Χεσμπολάχ έχει απέναντί της μια κυβέρνηση – ανδρείκελο των Αμερικανών που στηρίζει σύσσωμη η νεοϊμπεριαλιστική συμμαχία.

Όμως κοιτώντας στην προοπτική ενός εμφυλίου και από τη σκοπιά πάντα αυτού που αντιστέκεται – και αυτό το αντιλαμβάνονται καλύτερα αυτοί οι λαοί που στην ιστορία τους έχουν την εμπειρία ενός εμφυλίου -, το πρόβλημα δεν είναι αυτός που μάχεται ενάντια στον κατακτητή, αλλά αυτός που συνεργάζεται μαζί του.

Λίγο πριν ο Μπους εξαγγείλει τη νέα στρατηγική για το Ιράκ, που δεν είναι άλλη από την ολοκλήρωση της τριχοτόμησης και τη γενίκευση της ενδοϊρακινής αντιπαράθεσης όπως προαναφέραμε, η δημόσια εκτέλεση του Σαντάμ ήρθε να προστεθεί όχι μόνο ως πράξη παραδειγματισμού προς τα καθεστώτα που δεν συνεργάζονται με τις ΗΠΑ, αλλά και ως πράξη στιγματισμού των Σιιτών – και κατ’ επέκταση του Ιράν -, αφού αυτοί προβλήθηκαν ως οι δήμιοι. Ήταν μια ακόμη προσπάθεια των ΗΠΑ να υποδαυλίσουν το μίσος μεταξύ σιιτών – σουνιτών αλλά και να αποδυναμώσουν την πολιτική ισχύ του Ιράν στη Μέση Ανατολή, το οποίο σε συνεργασία με το Ισραήλ ετοιμάζονται να χτυπήσουν.

«Θα αναγκαστούν σε άτακτη υποχώρηση»

Στις συστάσεις διαφόρων «στρατηγικών αναλυτών» του αμερικάνικου κράτους, η απάντηση της αμερικανικής κυβέρνησης ήταν η ενίσχυση των στρατιωτικών δυνάμεων στο Ιράκ. 25 χιλιάδες επιπλέον στρατιώτες στέλνονται στο Ιράκ και ο αριθμός τους αναμένεται να αυξάνεται κάθε μήνα. Η αντίσταση όμως συνεχίζεται και πιστεύουμε πως τελικά οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα ηττηθούν και θα εξαναγκασθούν σε άτακτη υποχώρηση. Η ήττα των Αμερικανών και των συμμάχων τους στο Ιράκ είναι κάτι που ελπίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη. Μια ήττα που τα επακόλουθά της θα επιδράσουν βαθύτατα το διεθνές πολιτικό και οικονομικό σύστημα και θα βοηθήσει στην ευρύτερη αποσταθεροποίηση του διεθνοποιημένου καθεστώτος.

Πώς θα μπορούσε ο ιρακινός λαός να δημιουργήσει τόσο σοβαρό πρόβλημα στην υπερδύναμη και τους συμμάχους της αν δεν επέλεγε την ένοπλη αντίσταση; Με ειρηνικές πορείες και διαμαρτυρίες, με ψηφίσματα, με τη συμμετοχή στην «κατοχική» κυβέρνηση; Πώς θα μπορούσε η Χεσμπολάχ ν’ αντισταθεί αποτελεσματικά στην ισραηλινή επιδρομή χωρίς τα όπλα και τις υποδομές της; Και πώς θα μπορέσει να διατηρήσει την ιδιότητά της ως οργάνωση αντίστασης αν δεν εμποδίσει τη συντονισμένη προσπάθεια των «δυτικών» κατοχικών στρατευμάτων που βρίσκονται στο Λίβανο να την αφοπλίσουν με τη βοήθεια των συνεργατών τους που βρίσκονται στη λιβανική κυβέρνηση; Και οι δύο περιπτώσεις δείχνουν πως η ένοπλη δράση και το αντάρτικο από αποφασισμένες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις είναι δυνατό να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα σε στρατούς με πολεμική υπεροπλία, να κλονίσει πολιτικά την υπερδύναμη, να δημιουργήσει ρωγμές στην «αντιτρομοκρατική» συμμαχία, να ανακόψει την επέλαση της Νέας Παγκόσμιας Τάξης.

«Στην Ευρώπη, θα μας πουν οι απανταχού καλοθελητές του καθεστώτος, δεν έχουμε επεμβάσεις στρατιωτικές, δεν έχουμε πλέον δικτατορίες, δεν έχουμε ξενοκίνητες κυβερνήσεις, δεν χρειάζεται να αντισταθούμε ένοπλα. Έχουμε ένα δημοκρατικό πολίτευμα για το οποίο αρκεί η ψήφος κάθε τέσσερα χρόνια, αρκεί η συμμετοχή στις δημοσκοπήσεις και για τους πιο ανήσυχους πολιτικά, αρκεί η δράση της “κοινωνίας των πολιτών” και μέσα πάντα στα πλαίσια της νομιμότητας για να μπορέσουν οι άνθρωποι να ασκήσουν πίεση για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής τους». Ποιος πιστεύει σήμερα πως η ζωή μας βελτιώνεται με αυτές τις δραστηριότητες, με την παθητικότητα και με την ειρηνική διαμαρτυρία;

Η Ευρώπη είναι ήδη κατεχόμενη από τους Αμερικανούς και το ελεγχόμενο από αυτούς ΝΑΤΟ, με τις αμερικάνικες βάσεις, τα νατοϊκά στρατηγεία και υποστρατηγεία, τις συνεργαζόμενες κυβερνήσεις, τις αστυνομίες και τις ένοπλες δυνάμεις. Έχουμε τη μόνιμη απειλή από το ΝΑΤΟ που σύμφωνα με το νέο του δόγμα αναλαμβάνει αστυνομικό ρόλο και είναι έτοιμο για πιθανή επέμβαση σε χώρες-μέλη όπου πραγματοποιούνται σοβαρά αντάρτικα χτυπήματα αποσταθεροποίησης. Ζούμε σε συνθήκες ασφυκτικού αστυνομικού ελέγχου, με αλλεπάλληλες «αντιτρομοκρατικές» διατάξεις, παρακολουθήσεις με κάμερες, υποκλοπές.

Έχουμε πολιτεύματα που είναι πλήρως ευθυγραμμισμένα με την επέκταση της παγκοσμιοποίησης σε όλον τον πλανήτη με όλα τα μέσα (οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά), που εφαρμόζουν με μικρές διαφοροποιήσεις τα νεοφιλελεύθερα οικονομικά δόγματα όπως αυτά διαμορφώνονται από τους υπερεθνικούς οικονομικούς οργανισμούς. Μια ελίτ κατέχει τον περισσότερο πλούτο του πλανήτη στα χέρια της ενώ οι πλειοψηφίες ζουν στην εργασιακή ανασφάλεια και τη φτώχεια. Η περιθωριοποίηση και η εξαθλίωση είναι η μόνιμη απειλή γι’ αυτούς που δεν προσαρμόζονται στο νεοφιλελεύθερο τυχοδιωκτισμό. Οι ορδές των αποκλεισμένων διαρκώς αυξάνονται. Και οι ορδές αυτές είναι που διαμορφώνουν τη νέα απειλή για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος.

Έχουμε κυβερνήσεις που το μόνο τους μέλημα είναι η διαφύλαξη των συμφερόντων της ντόπιας και υπερεθνικής άρχουσας τάξης. Υπάρχει η δικτατορία του δικομματισμού, όπου οι παθητικοποιημένες και απολίτικες μάζες ψηφίζουν τα κόμματα τα οποία στηρίζουν και στηρίζονται από την οικονομική ελίτ.

Οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι ταγμένες στον «αντιτρομοκρατικό» πόλεμο, μετατρέπουν το έδαφος των χωρών μας σε βάσεις στρατοπέδευσης και εφόρμησης των πολεμικών μηχανών και συμμετέχουν άμεσα στις δολοφονικές επιδρομές ανά τον πλανήτη. Έχουμε καθεστώτα που προάγουν τη δικτατορία των μυστικών υπηρεσιών, των μπάτσων και των δικαστών στο όνομα της «αντιτρομοκρατικής» πολιτικής. Στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια (συμπεριλαμβανομένων και ελληνικών) αλωνίζουν τα αεροσκάφη της CIA που μεταφέρουν απαχθέντες από όλα τα σημεία του πλανήτη, τα ευρωπαϊκά εδάφη γεμίζουν μυστικά «Γκουαντανάμο» με τη συγκατάθεση των κυβερνήσεων. Στην Ελλάδα, Αμερικανοί και Έλληνες πράκτορες με την παρακίνηση της ελληνικής κυβέρνησης – μαριονέτας στα χέρια της υπερεθνικής ελίτ, παγιδεύουν τηλεφωνικά δίκτυα και παρακολουθούν τη ζωή μας.

Στα ελληνικά έκτακτα «στρατοδικεία» οι εντεταλμένοι της κυβέρνησης Έλληνες δικαστές ξεσκίζουν δημοσίως το ίδιο το αστικό δίκαιο που υποτίθεται ότι προασπίζουν, προκειμένου να διασφαλίσουν ισόβιες καταδίκες σε αγωνιστές, προκειμένου να εμπεδώσουν αυτό που νομίζουν ως «νίκη επί της αντίστασης», με πιο τρανό παράδειγμα την «υπόθεση 17Ν». Στην Ευρώπη δεν χρειάζεται να γίνει κανενός είδους στρατιωτική επέμβαση, γιατί η δικτατορία της Νέας οικονομικής και πολιτικής Τάξης είναι ήδη εδώ.

Η γενική πολιτική αποδοχή αυτού του νέου τύπου ολοκληρωτισμού που φαίνεται να κυριαρχεί, οφείλεται στη συναίνεση όλων των κομμάτων, των φερόμενων ως διανοούμενων της εποχής μας και των ΜΜΕ που δεσπόζουν στη διαμόρφωση της κυρίαρχης ιδεολογίας. Στα ίδια καθεστωτικά ανδρείκελα οφείλεται και η φερόμενη ως δεδομένη πολιτικά αναγνώριση της αντίστασης ως «τρομοκρατία». Η εγκατάλειψη του επαναστατικού οράματος έχει οδηγήσει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στην παραίτηση ενώ η αριστερά, ως ειλικρινής προασπιστής της καθεστωτικής νομιμότητας, γελοιοποιεί κάθε έννοια αγώνα. Πολλοί άνθρωποι, ενώ αναζητούν διεξόδους δράσης, εγκαταλείπουν άρον – άρον τα κόμματα καθώς αντιλαμβάνονται την υποκρισία τους, ενώ αρκετοί αγωνιστές εκτός κομμάτων, επηρεασμένοι από το διάχυτο κλίμα συντηρητισμού και φόβου, αδρανοποιούνται εγκλωβισμένοι μέσα στα όλο και πιο στενά όρια της ανώδυνης διαμαρτυρίας. Το καθεστώς σήμερα λέει «πως μπορεί ο καθένας να έχει τις απόψεις του». Η συνέχεια αυτή της φράσης είναι «αρκεί να μην αμφισβητεί έμπρακτα την κυριαρχία μου».

«Κοινοβουλευτική δικτατορία που στηρίζεται στην τρομοκρατία»

Έχουμε μια κοινοβουλευτική δικτατορία που το έρεισμά της στην κοινωνία μειώνεται συνεχώς. Έχουμε ένα καθεστώς που όλο και περισσότερο θα στηρίζεται στην τρομοκρατία και τον φόβο ενώ η κοινωνική δυσαρέσκεια γίνεται όλο και πιο έντονη. Αυτό που μας λείπει είναι η απόφαση να αντισταθούμε δυναμικά. Να οργανώσουμε όλες τις πραγματικά αγωνιστικές δυνάμεις, να υπερβούμε το δίλημμα της συστημικής νομιμότητας, να πάψουμε να τους φοβόμαστε γιατί δεν είναι ανίκητοι. Το πόσο τρωτό είναι το καθεστώς θ’ αναδειχθεί από τις δικές μας νικηφόρες μάχες εναντίον του. Για να διώξουμε τις αμερικάνικες βάσεις και το ΝΑΤΟ από την χώρα μας και να ανατρέψουμε αυτούς που συνεργάζονται μαζί του. Για την ανατροπή αυτού του εγκληματικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος, για την Επανάσταση.

Την ενέργειά μας την αφιερώνουμε στην ένοπλη ιρακινή Αντίσταση που έχει τσακίσει την αμερικάνικη πολεμική μηχανή, στην Χεσμπολάχ, που νίκησε τους Ισραηλινούς το περασμένο καλοκαίρι, στις ένοπλες παλαιστινιακές οργανώσεις που μάχονται την ισραηλινή κατοχή, σε όλα τα αντικαπιταλιστικά και αντιμπεριαλιστικά κινήματα σε όλο τον κόσμο καθώς και στους πολιτικούς κρατούμενους αυτών των κινημάτων, συμπεριλαμβανομένων φυσικά των Ελλήνων πολιτικών κρατουμένων.

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

ΥΓ. 1: Τα δυο τηλεφωνήματα που έγιναν μετά την ενέργειά μας εναντίον της αμερικάνικης πρεσβείας, δεν έγιναν από εμάς.

ΥΓ. 2: Σχετικά με διάφορα δημοσιεύματα που προκύπτουν από «διαρροές» της ασφάλειας και που στοχεύουν να χρεώσουν τον Επαναστατικό Αγώνα με διάφορες ενέργειες για τις οποίες δεν έχει αναληφθεί ευθύνη, εμείς ξεκαθαρίζουμε πως ευθυνόμαστε γι’ αυτές και μόνο τις ενέργειες για τις οποίες έχουμε αναλάβει την ευθύνη με προκήρυξη.

(σ.σ.) (1) Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Ποντίκι» στις 25-1-2007

(2) Αντιγραφή από την εφημερίδα «Το Ποντίκι»

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.